
Relief showing Helios, sun god in the Greco-Roman mythology. From the North-West pediment of the temple of Athena in Ilion (Troy). Between the first quarter of the 3rd century BC and 390 BC. Marble, 85,8 x 86,3 cm. Found during the excavations lead by Heinrich Schliemann in 1872, now in the Pergamon-Museum in Berlin, Germany. wikipedia.org
«Ἠέλιος δ᾿ ἀνόρουσε, λιπὼν περικαλλέα λίμνην,
οὐρανὸν ἐς πολύχαλκον, ἵν᾿ ἀθανάτοισι φαείνοι
καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν ἐπὶ ζείδωρον ἄρουραν» …
ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ -γ- , στ. 3-5
Μτφρ «Τὴν ὄμορφη τὴ λίμνη ἀφήνοντας, στὰ ὁλόχαλκα τὰ οὐράνια
πρόβαλε ὁ γήλιος, στοὺς ἀθάνατους τὸ φῶς του νὰ χαρίσῃ
καὶ στοὺς θνητούς, στὰ πολυκάρπιστα τῆς γῆς χωράφια ἀπάνω»…
Του Χρ. Γ. Ντουμα*
Σε όλα τα λεξικά της ελληνικής γλώσσας το ουσιαστικό άλιος αναγνωρίζεται ως ο δωρικός τύπος του ήλιος, άποψη που είχε διατυπωθεί ήδη από την αρχαιότητα. Στον Κρατύλο του Πλάτωνος, για παράδειγμα, ο Σωκράτης φέρεται να λέει ότι τον ήλιο «άλιον καλούσιν οι Δωριείς»**, ενώ η φράση με την οποία Πίνδαρος κάνει επίκληση στη μητέρα του ηλίου είναι «Αλίου μάτερ». Νεώτεροι γλωσσολόγοι αποδεχόμενοι την αρχαία αυτή εξήγηση εφάρμοσαν, και σ’ αυτήν την περίπτωση, την τακτική που ακολουθούν κάθε φορά που η ετυμολογία μιας λέξης τους είναι άγνωστη ή αβέβαιη.
Θεωρώντας εκ των προτέρων τη λέξη ήλιος ως «ινδοευρωπαϊκής» προελεύσεως πρότειναν την υποθετική ρίζα «sawel», στην οποία προσθέτοντας καταλήξεις, όπως -iyo, -iya, κατασκεύασαν τη λέξη *sawelios που, καθώς μαρτυρεί ο αστερίσκος που την συνοδεύει, ουδέποτε απαντά σε ελληνικά κείμενα. Ωστόσο, από αυτή την ανύπαρκτη λέξη επινόησαν τις λέξεις σαFέλιος και αFέλιος, για να οικονομήσουν τις υπαρκτές λέξεις αέλιος, ή έλιος και ήλιος των αρχαίων κειμένων.
Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου