Ἕνα μπαξίσι τὴν ἔστειλε στὸ Λοῦβρο…
12 Φεβρουαρίου, 2013 1 σχόλιο
Ο λόρδος Ελγιν δεν ήταν ο πρώτος που ξεγύμνωσε από τα μαρμάρινα γλυπτά τον Παρθενώνα. Και μπορεί το Βρετανικό Μουσείο να έχει τη μερίδα του λέοντος, όμως τουλάχιστον άλλα οκτώ μουσεία της Ευρώπης εκθέτουν σπαράγματα από τα περίφημα γλυπτά που κοσμούσαν το μνημείο – σύμβολο της κλασικής αρχαιότητας.
Η ιστορία έχει ως εξής: περί τα τέλη Φεβρουαρίου του 1820, ένας αγρότης ονόματι Γιώργος σκάβει το χωράφι του όταν πέφτει κατά τύχη πάνω σε ένα αριστούργημα του 2ου αι. π.Χ., την περίφημη Αφροδίτη. Αυτόπτες μάρτυρες της ανακάλυψης είναι δύο αξιωματικοί του γαλλικού Ναυτικού, που ενημερώνουν τον ανώτερό τους κόμη ντε Μαρσελίς. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη μεταφορά της Αφροδίτης στο Παρίσι τοπικοί πρόκριτοι κι ένας ιερέας πείθουν τον χωρικό να τους πουλήσει το κρυμμένο σε έναν στάβλο άγαλμα και το φορτώνουν σε ένα πλοίο με προορισμό την Κωνσταντινούπολη κατά διαταγή του διερμηνέα του στόλου, Νικολάου Μουρούζη. Ο κόμης όμως καταφέρνει να κάμψει τους ενδοιασμούς και τους φόβους των προκρίτων και αφού καταβάλλει επιτόπου την τιμή του αγάλματος στον έλληνα χωρικό, το μεταφέρει το ίδιο βράδυ σε γαλλικό πλοίο. Οι μεν πρόκριτοι θα τιμωρηθούν με πρόστιμο και μαστίγωση επειδή δεν υπάκουσαν στον διερμηνέα, η Υψηλή Πύλη όμως θα επικυρώσει την κυριότητα του αγάλματος στους Γάλλους. Η Αφροδίτη ωστόσο θα περιπλανηθεί για περισσότερο από έναν χρόνο στη Μεσόγειο, έως ότου παραδοθεί στον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΗ’ την 1η Μαρτίου του 1821.
Είναι μερικές μόνο τις ιστορίες αρχαιοκαπηλικής τρέλας που φιλοξενούνται στον τόμο «Ξενιτεμένες ελληνικές αρχαιότητες, αφετηρίες και διαδρομές», που εξέδωσε το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
Ιστορίες που καταγράφουν το τεράστιο πρόβλημα της διασποράς των ελληνικών αρχαιοτήτων στο εξωτερικό ως απόρροια των συνθηκών και των τάσεων της εποχής, οι οποίες συνοψίζονται στα εξής: στην εμφάνιση της αστικής τάξης και του έθνους – κράτους που κατέστησαν τις αρχαιότητες περιζήτητες, καθώς η απόκτησή τους κάλυπτε την ανάγκη κοινωνικής καταξίωσης του κατόχου. Στη χρησιμοποίηση των αρχαιοτήτων σε καθαρά αισθητικό επίπεδο ως διακοσμητικού υλικού. Στην εκμετάλλευση του αρχαιολογικού έργου για την ικανοποίηση πολιτικών σκοπιμοτήτων από το νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Και βεβαίως στην εμφάνιση των αρχαιολογικών αποστολών που άρχισαν να κατακλύζουν τα ελεύθερα ή ακόμη υποδουλωμένα εδάφη και οι οποίες όχι ήταν απλώς πιο οργανωμένες από τους μεμονωμένους περιηγητές -συλλέκτες που είχαν ήδη αποψιλώσει τα ελληνικά μνημεία, αλλά έκλειναν και συμφωνίες για την εξασφάλιση της μισής εκ της σοδειάς των ευρημάτων…
Παράθεμα: ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ – 01 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ | Ἑλληνοϊστορεῖν